• Η ουκρανοποίηση της ελλάδας (μέρος 1ο): Από την δανία στην ουκρανία του νότου

    Date: 2019.04.09 | Category: ΠΟΛΙΤΙΚΗ | Tags:

    Η συνήθης χρήση παρόμοιων συγκρίσεων, γίνεται προκειμένου να δημιουργήσει ένα συναίσθημα για τον φαντασιακό άλλο, χωρίς κανείς να ασχοληθεί πραγματικά με το περιεχόμενο. Είτε η σύγκριση χρησιμοποιείται για να δώσει ελπίδα, είτε για να φοβίσει, σχεδόν ποτέ δεν πηγαίνει παραπέρα από την απλή αναφορά, διότι τα υπόλοιπα αναλαμβάνει να τα κάνει η φαντασία.

    Όταν ο ρουφιάνος ΓΑΠ υποσχόταν πως η ελλάδα θα γίνει η δανία του νότου, δεν πόνταρε στο γεγονός ότι οι έλληνες γνωρίζουν πως ζούνε οι δανοί. Είναι εξαιρετικά πιθανό πως αν το γνώριζαν δεν θα πολυγούσταραν τη σύγκριση, αλλά όπως είπα και παραπάνω τέτοιες συγκρίσεις είναι επίτηδες ασαφείς γιατί ποντάρουν στη φαντασία. Η δανία είναι μικρή, πράσινη, ευημερούσα έχει πολλές ανεμογεννήτριες και μια παγκοσμιοποιημένη επιχείρηση τη Lego.

    Το ίδιο ισχύει και όταν τα διάφορα φιλελέδια υπόσχονται πως θα γίνουμε ζιμπάμπουε (ή εσχάτως βενεζουέλα). Ξανά κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς σημαίνει αυτό εκτός από κάτι δυσοίωνο με υψηλό πληθωρισμό. Ακόμα και το πιο διάσημο παράδειγμα υψηλού πληθωρισμού (η γερμανία του 1922), χρησιμοποιείται πάντα σαν σύνθημα με ελάχιστες λεπτομέρειες ακριβώς γιατί ποντάρει στη φαντασία των ανθρώπων κι όχι σε μια πραγματική σύγκριση.

     

     

    Γιατί ουκρανοποιήση και όχι ιταλοποίηση

    Κάπως έτσι κι εγώ όταν χρησιμοποιώ τη λέξη ουκρανοποίηση για την ελλάδα, νιώθω τύψεις διότι αν δεν προσπαθήσω να το εξηγήσω αναλυτικά, πέφτω στην ίδια λούπα του πυροτεχνήματος· κι έχω καθυστερήσει κανένα εξάμηνο τουλάχιστον 🙂

    Γιατί η ουκρανία είναι τόσο σημαντική και γιατί είναι καλύτερο παράδειγμα από πχ την ιταλία, όπου υπάρχουν εξίσου παρόμοιες διεργασίες? Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Και οι τρεις χώρες περνάνε μια περίοδο πλήρους πολιτικής απονομιμοποίησης. Η ελλάδα είναι η τελευταία στο χορό, καθώς το τέλος της μεταπολίτευτικής συναίνεσης, ήρθε με την κωλοτούμπα του σύριζα το 2015, τη στιγμή που στην ουκρανία η αντίστοιχη διαδικασία μετρά καμιά 15αριά χρόνια (παίρνω την απογοήτευση από την πορτοκαλί επάνασταση και το αγέραστο βαμπίρ γιούλα ως σημείο εκκίνησης) και στην ιταλία μια δεκαετία περισσότερο (παίρνω την πρώτη εκλογή μπερλουσκόνι ως σημείο εκκίνησης).

    Η πολιτική απονομιμοποίηση των ελιτ που κυβερνούν είναι κομβικό σημείο αυτού που θέλω να περιγράψω, άρα γιατί δεν πήρα για παράδειγμα την ιταλία όπου και γεωγραφικά και πολιτισμικά είναι πιο κοντά στην ελλάδα?

    Η αλήθεια είναι ότι παλιότερα περιέγραφα τη διαδικασία μιας μετα-σύριζα πραγματικότητας ως ιταλοποίηση. Μια από τις βασικές μου θέσεις για το ελληνικό τουρλουμπούκι μετά την κατάρρευση της πασοκικής συναίνεσης το 2010-2011, είναι πως ο σύριζα αποτελεί το τελευταίο αποκούμπι της μεταπολίτευσης διότι ήταν ένα κόμμα που αποτελεί σταθερό καίτοι περιθωριακό κομμάτι της διαδικασίας. Άρα ταυτόχρονα μέσα στο σύστημα, αλλά και αρκετά περιθωριακά ώστε να μην τον ακουμπήσει η κατάρρευση του δικομματισμού. Το πόσο καλά θα τα πήγαινε ο σύριζα στο να καλύψει το κενό εκπροσώπησης που δημιούργησε κυρίως ο γαπ και ο σαμαράς δευτερευόντως θα σήμαινε ταυτόχρονα και το τέλος ή όχι της μεταπολιτευτικής συναίνεσης. Μέχρι το 2012 αυτή μου την πολύ κολακευτική για τον σύριζα θέση δεν την πίστευαν ούτε οι συριζαίοι, μετά τις εκλογές όμως και το 17% αυτό το άπιαστο όνειρο μετατράπηκε σταδιακά σε ώριμο φρούτο.

    Όπως όλοι θυμόμαστε δεν χρειάστηκε και πολύς χρόνος για να διαπιστώσουμε τις επιδόσεις του σύριζα και άρα το καλοκαίρι του 2015 με τα καραγκιοζλίκια του δημοψηφίσματος εισήλθαμε και επίσημα στην ιταλοποίηση της ελληνικής πολιτικής.

    Από το 2010-11 που λίγο πολύ κρατάω αυτή τη θέση, ήμουν πάντα πολύ ασαφής για το τι θα σημαίνει ακριβώς αυτή η ιταλοποίηση· ο βασικός λόγος είναι πως δεν είχα ιδέα πέρα από μερικά βασικά φαινόμενα τύπου μπερλουσκόνι τα οποία όμως δεν μπορούσαν να μεταφερθούν αυτούσια καθώς οι επιχειρηματίες από την περιόδο του ΧΑΑ 1998-2001 δεν ήταν πια ο ανθός του έθνους. Καθώς όμως τα χρόνια περάσανε, ο σύριζα έγινε το καλύτερο πουτανάκι των θεσμών και η ουκρανία ήρθε ξανά στο προσκήνιο με τη μαιντάν ver2.0, η εικόνα της ελλάδας μετά την μεταπολιτευτική συναίνεση άρχισε να μοιάζει περισσότερο με την ουκρανία παρά με την ιταλία. Το ερώτημα είναι γιατί.

     

     

    Una faccia, una razza?

    Δεν θέλω να σας λυπήσω, αλλά παρά τις πολλές και εμφανείς ομοιότητες των μεσόγειων μεταξύ τους, η συγκρότηση του ιταλικού και του ελληνικού κράτους είναι τόσο διαφορετικές που δημιουργούν μεγάλα και σχετικά αγεφύρωτα κενά κάνοντας τη σύγκριση με την ιταλία δύσκολη. Η ιταλία είναι ένα κατεξοχήν αποκεντρωμένο κράτος τόσο πολιτικά όσο και κοινωνικά και το τι κάνει ο μπερλουσκόνι στη ρώμη ή το μιλάνο έχει μικρό σχετικά αντίκτυπο στην κατά βάση επαρχιακή ιταλία· όπου παρά τα 60εκ κατοίκους δεν διαθέτει παρά ελάχιστες μεγάλες πόλεις. Επιπλέον ο τοπικισμός των ιταλών μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον αντίστοιχο της κρήτης και όπως όλοι γνωρίζουμε, η κρήτη είναι η μοναδική περιοχή της ελλάδας όπου οι κάτοικοι υπερασπίζονται σθεναρά τον επαρχιωτισμό τους. Δεν υπάρχει λόγος να επεκταθούμε σε αστυφιλίες, εμφυλίους, τον υδροκεφαλισμό των μεγάλων πόλεων κλπ κλπ, αυτά είναι γνωστά πράγματα. Ας πούμε μόνο τι σημαίνουν όλα αυτά· πως το τι κάνει ο τσίπρας στην αθήνα επηρεάζει πολύ περισσότερο και πολύ πιο δραματικά τη ζωή των κατοίκων της χώρας σε σχέση με το τι έκανε ο μπερλουσκόνι στην ρώμη.

    Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οι ιταλοί μπόρεσαν σχετικά εύκολα να ξεπεράσουν 25 χρόνια πλήρους πολιτικής απονομιμοποίησης χωρίς να νιώθουν κάποια τεράστια ανάγκη να κάνουν κάτι γι’ αυτό. Και δεν είναι μόνο ο μπερλουσκόνι· οι τεχνοκρατικές κυβερνήσεις στην ιταλία δίνουν και παίρνουν εδώ και 30 χρόνια και κανείς δεν ασχολείται ιδιαίτερα. Δύσκολα θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για την ελλάδα και είναι εδώ όπου η ουκρανία αρχίζει και γίνεται πιο δελεαστική σύγκριση.

    Στην ουκρανία η απονομιμοποίηση εγκαταστάθηκε σταθερά με τη γιούλια τιμοσένκο και την πορτοκαλί επανάστασή της. Η γιούλια ήταν ο αντίστοιχος μπερλουσκόνι και οι ουκρανοί την εποχή εκείνη σε εμφανώς καλύτερη μοίρα από τους ούνα φάτσα, ούνα ράτσα γείτονές τους ρώσους. Όμως η γιούλα παρότι κυβέρνησε καβάλα στο κύμα σαν τον σύριζα, δεν κατάφερε να μακροημερεύσει. Η απογοήτευση για την πορτοκαλί επανάσταση ήρθε πολύ γρήγορα και η γιούλια έγινε κι αυτή ένα ακόμα γρανάζι του διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος με αποτέλεσμα γρήγορα να χάσει τις εκλογές τις οποιες ξανακέρδισε η παλιά φρουρά.

    Που είναι το κοινό με το σύριζα θα μου πείτε? Ο τσίπρας ήταν ένα χαρισματικό παιδί του κομματικού σωλήνα γύρω από τον οποίο συσπειρώθηκαν οι συριζοσέχτες με στόχο την εξουσία κι όχι κάποιος επιτυχημένος επιχειρηματίας. Το βασικό κοινό τους είναι το πως κυβέρνησαν. Και η γιούλια και ο τσίπρας βάσισαν την ισχύ τους, όχι στην κοινωνική συμμαχία που τους εξέλεξε, αλλά στους αντίστοιχους θεσμούς οι οποίοι εξαιρετικά προβλέψιμα αποξένωσαν την οποία κοινωνική δυναμική είχαν αποκτήσει και οι δύο νωρίτερα. Και τα δύο κόμματα κυβέρνησαν ως μακριά χέρια του ΔΝΤ και των βρυξελλών (αντίστοιχα) και οι αποφάσεις που έπαιρναν δεν λογάριαζαν ιδιαίτερα τις ορέξεις των ντόπιων. Αυτό τους οδήγησε σε ακόμα μεγαλύτερη αποξένωση που φυσικά δεν μπορούσε να συγκροτήσει συμμαχίες στο εσωτερικό. Ακριβώς διότι η κοινωνική συμμαχία χρησιμοποιήθηκε μόνο ως εφαλτήριο για την εξουσία κι όχι ως βάση για την μετέπειτα διακυβέρνηση.

    Για την ουκρανία δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα αυτής της πλήρους πολιτικής κατάρρευσης και αποξένωσης από τη μαιντάν 2, όπου πρακτικά διαδήλωναν όχι για μια καλύτερη ουκρανία, αλλά για ένα διαβατήριο που θα τους επέτρεπε να φύγουν από αυτή.

    Για την ελλάδα μια παρόμοια αλλά πολύ πιο ντεκαβλε στιγμή ήταν το μακεδονικό όπου η κυβέρνηση συνεχίζει μέχρι και σήμερα να επιμένει ότι αποτελεί κομβικό σημείο της στρατηγικής της για την εκλογική νίκη· παρά το γεγονός πως οι μόνοι που συγχαίρουν την κυβέρνηση είναι ο αμερικάνος πρέσβης και ο μπίστης που επέστρεψε στο σύριζα 🙂

     

     

    Η ουκρανικότητα η ελληνικότητα και η ιταλικότητα

    Ο εθνικισμός ως βάση συγκρότησης ενός κράτους είναι πολύ πιο σημαντικός για την ελλάδα και την ουκρανία παρά για την αποκεντρωμένη ιταλία. Και στις 3 χώρες (όπως και σε πολλές άλλες) ο εθνικισμός είναι σε υποχώρηση, στην ελλάδα, αυτή η υποχώρηση αποτελεί βασικό πυλώνα της μεταπολίτευσης. Στην ουκρανία ο εθνικισμός λειτουργεί με βάση τον αντιρωσισμό (διότι -πρακτικά- μόνο αν αρνηθείς ότι είσαι ρώσος, μπορείς να ισχυρισθείς πως είσαι ουκρανός). Στην ιταλία αυτή η υποχώρηση του έθνους είναι λιγότερο σημαντική, διότι όπως είπαμε και πριν οι ιταλοί ήταν και είναι κατά βάση τοπικιστές (κάτι που μπορεί να εξηγεί εν μέρη και το πόσο κακοί είναι στο να πολεμάνε σε εθνικούς πολέμους, λολ).

    Για να το πω διαφορετικά. Όταν η παλίρροια του έθνους υποχωρεί, τότε ένας ιταλός μπορεί πολύ πιο εύκολα να είναι τοσκανέζος ή καλαβριάνος ή πομάνος· ένας έλληνας μπορεί πολύ δύσκολα να είναι ρουμελιώτης ή πελοποννήσιος παρά μόνο αν είναι κρητικός. Με λίγα λόγια ο τοπικισμός λειτουργεί σαν ένα μαξιλαράκι όπου κάποιος μπορεί να βάλει το κωλαράκι του, όταν ο κόσμος γύρω του καταρρέει.

    Στην ουκρανία, μετά την μαιντάν 2, δημιουργήθηκε ένας νέος εθνικιστικός πυρήνας γύρω από τους μπαντερίστας με το ναζιστικό τους φαντασιακό (κάτι που είδαμε παλιότερα και στην κροατία, την εσθονία και άλλες παρόμοιες καταστάσεις), αλλά αυτός ο νέος εθνικιστικός πυρήνας αποξένωσε οποιονδήποτε ένιωθε ταυτόχρονα και ρώσος· την ίδια στιγμή ήταν αρκετά αδύναμος και ανίκανος να σταματήσει την ντεφάκτο απόσχιση των πιο ρωσόφιλων ανατολικών περιοχών. Ο πόλεμος που ακολούθησε και συνεχίζει να σιγοβράζει ήταν ένα ξεκάθαρο μήνυμα πως το ουκρανικό εθνικό φαντασιακό δεν υπάρχει σε ικανές ποσότητες ανθρώπων ώστε να δημιουργεί συναίνεση. Όσο κι αν βοήθησαν οι ρώσοι τους αποσχιστές, τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την πλήρη κατάρρευση του ουκρανικού στρατού εκ των έσω, όπου χρειάστηκαν 4-5 διαφορετικές στρατολογήσεις και παρά την ανέχεια, ελάχιστοι εμφανίζονταν έτοιμοι να πεθάνουν για την πατρίδα ή για τον καλό μισθό που θα έπαιρναν από τα αμερικάνικα δολάρια της νούλαντ. Διότι άλλωστε ας μην ξεχνάμε πως η μαϊντάν 2 έγινε για ένα διαβατήριο προς την ευρώπη όχι για τα dogtags του ουκρανικού εθνικισμού στα χαρακώματα της ανατολής.

    Για την κατάσταση του ελληνικού εθνικισμού, δεν χρειάζεται να πούμε και πολλά πράγματα. Το πασόκ και η νδ τον χρησιμοποιούσαν ευκαιριακά ως φθηνό μέτρο συσπείρωσης και συμβολισμού (άλλωστε στα 80s η αντιπολίτευση συνήθιζε να υπερψηφίζει τις στρατιωτικές δαπάνες της κυβέρνησης) όμως ποτέ για τίποτα παραπάνω από αυτό· η μεταπολίτευση άλλωστε είναι το παιδί που γεννήθηκε από την κυπριακή σφαλιάρα. Από τότε και μετά, όσες φορές χρειάστηκε να μετρηθεί το πολεμόχαρο φρόνημα των ελλήνων, αυτό βρέθηκε εξαιρετικά λειψό (1987, 1996). Το μακεδονικό το 1992 ήταν μία ακόμα φθηνή συμβολική κίνηση. Ο σύριζα με την ανακίνησή του κατ’ εντολή των θεσμών, ποντάρει ακόμα περισσότερο στο θάνατο του εθνικισμού και την πλήρη σύνταξη στο μακρονικό γκλομπαλιστάν. Το ότι είναι εξαιρετικά πιθανό να τον δαγκώσει στον κώλο στις εκλογές, δεν σημαίνει πως ο εθνικισμός είναι ικανός να λειτουργήσει πέρα από ένα φθηνό συμβολικό πλαίσιο. Όπως και στην ουκρανία το εθνικιστικό αίσθημα εμφανίζεται ισχυρό όταν μιλάμε για σημαίες ή κάτι μπάρμπεκιου με “ρώσους” υπανθρώπους στην οδυσσό, όχι όμως όταν πρέπει να συσπειρώσει τον κόσμο γύρω από την κρατική διεύθυνση.

    Σε όλα αυτά η κατάρρευση της ελληνικής συναίνεσης είναι εξαιρετικά φρέσκια κι ως τέτοια θα λέγαμε ότι δεν κινδυνεύουμε ιδιαίτερα. Στο δεύτερο μέρος αυτής της ανάλυσης θα προσπαθήσω να εξηγήσω για ποιο λόγο αυτή η χρονική υστέρηση δεν αποτελεί απαραίτητα ικανή ασπίδα και ποιες είναι οι δυναμικές εκείνες όπου κάνουν δυστυχώς την ελλάδα πιο πιθανό υποψήφιο του ουκρανικού παρά του ιταλικού δρόμου.