• Η σοβιετία τώρα δικαιώνεται μέρος 2ο (το οικονομικό θεματάκι)

    Date: 2018.01.02 | Category: ΔΙΑΦΟΡΑ | Tags:

    Πριν μια βδομάδα μου χτύπησε την πόρτα η αστυνομία και με ρώτησε αν έχω κάποιο παράπονο με τους γείτονες καθώς παρατήρησαν στην πολυκατοικία μας πολλά παράπονα για τον θόρυβο που κάνουν στον δεύτερο. Με διαβεβαίωσαν πως δεν υπήρχε κάποιο επίσημο παράπονο, απλά ο αλγόριθμός τους έκρινε με βάση τα στοιχεία που έχουν από τους messangers κι έτσι ήρθαν να ελέγξουν προληπτικά. Τους καθησύχασα πως δεν είχα κάποιο παράπονο, με χαιρέτησαν χαμογελαστοί και μου ευχήθηκαν καλές γιορτές.

    Πόσο καιρό δίνετε σε αυτό το φανταστικό σενάριο πριν γίνει πραγματικότητα? Ήδη η google παραδέχθηκε πως παρακολουθεί την θέση του κινητού σας ακόμα κι αν έχετε απενεργοποιημένη την αντίστοιχη υπηρεσία, ακόμα κι αν δεν είστε συνδεδεμένοι με κάποιο δίκτυο κινητής. Ο γούγλης μας διαβεβαίωσε πως δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας και πως τα δεδομένα δεν χρησιμοποιούνται (απλά τα μαζεύουμε) και ότι εντάξει ήταν μια πειραματική υπηρεσία που τώρα θα σταματήσουμε, εμείς για το καλό σας το κάναμε προκειμένου να κάνουμε καλύτερο routing. Η δικαιολογία είναι τόσο φθηνή τεχνικά μιλώντας που είναι το αντίστοιχο του να λες (α ρε αθάνατη μπακογιάννη) πως τις φωτιές στα δάση τις βάζουν οι αναρχικοί γιατί αυτοί ρίχνουν μολότοφ 🙂

    Για εσάς τους υπόλοιπους που έχετε ενεργοποιημένες της υπηρεσίες εντοπισμού, γνωρίζετε πως ήδη ο γούγλης έχει ξεκινήσει να σας βάζει να κάνετε μικρές δουλίτσες για πάρτη του. Μπαίνετε σ’ ένα μαγαζί και σας ζητάει να του βγάλετε μια φωτογραφία ή να γράψετε μια κριτική για το αν είχε καλές μπύρες. Νομίζω πως πριν 5-10 χρόνια θα δυσκολευόσασταν να δεχθείτε πως το κινητό σας θα σας βάζει να κάνετε διάφορες δουλίτσες 🙂

    Αν όμως η καθημερινότητά έχει ξεπεράσει κάθε επίπεδο παρακολούθησης που είχε ποτέ εφεύρει η τρομακτική σοβιετία ή ο όργουελ στο 1984 (άκου μικρόφωνα στο δάσος, μα πόσο αντι-οικονομικό είναι αυτό όταν ο καθένας κουβαλά ένα μικρόφωνο επάνω του?), το ίδιο ισχύει και σε οικονομικό επίπεδο. Και αυτό θα προσπαθήσω να αναλύσω σε αυτό το άρθρο.

     

     

    Η σοβιετική πρόοδος

    Αν υπάρχει μια βασική διαφορά ανάμεσα στο σοβιετικό και το δυτικό μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας, αυτό δεν είναι άλλο από την περίφημη αγορά. Οι σοβιετικοί απέδειξαν πως η οργάνωση της παραγωγής σ’ ένα κεντρικά διευθυνόμενο επίπεδο μπορεί να δημιουργήσει θαύματα παραγωγικότητας. Το πιο χαοτικό μοντέλο της αγοράς, ξοδεύει υπερβολική ενέργεια σε λάθος κατευθύνσεις· ακόμα και σήμερα κανείς δεν αμφισβητεί αυτή την αρχή, γι’ αυτό άλλωστε όλες οι πολεμικές οικονομίες είναι κεντρικά διευθυνόμενες.

    Τα προβλήματα ξεκινάνε από το σημείο εκείνο που δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ποιες είναι οι προτεραιότητες μιας οικονομίας. Εκεί οι ελευθερο-αγορίτες ισχυρίστηκαν πως η αγορά διαθέτει ένα βασικό πλεονέκτημα. Έχει έναν feedback μηχανισμό προκειμένου να ρυθμίζει αυτές τις προτεραιότητες.

     

     

    Η τιμή τιμή δεν έχει

    Αυτός ο μηχανισμός δεν είναι άλλος από την τιμή. Οι ελευθερο-αγορίτες μέσα στην ιδεολογική τους ζέση πάντα υπερέβαλαν για τις μαγικές ιδιότητες της τιμής, θεωρώντας πως η τιμή μπορεί να εκφράσει τα πάντα που είναι γνωστά και μη για ένα αντικείμενο· στην ουσία η τιμή αποκτά μια μαγική αξία, σαν το απόσταγμα εκείνο της φιλοσοφικής γνώσης που έψαχναν οι αλχημιστές. Δεν έχεις παρά να κοιτάξεις την τιμή ενός πράγματος και θα καταλάβεις αμέσως την ουσία του. Η κοινωνία μας αυτή τη μεταφυσική αντίληψη της τιμής την υιοθετεί παντού ακόμα και για πράγματα που θεωρούνται ταμπού, όπως η (χρηματική) αξία μιας ζωής.

    Παρά το γεγονός πως η τιμή δεν διαθέτει δυστυχώς την τοτεμική αξία που της προσφέρουν οι ελευθερο-αγορίτες, αποτελεί έναν κεντρικό μηχανισμό της οργάνωσης της κοινωνίας μας. Δεκάδες αποφάσεις που παίρνουμε κάθε μέρα υποτάσσονται στη σαγήνη της, γι’ αυτό άλλωστε διαθέτει κι αυτή τη μεταφυσική θέση στην καρδιά μας. Δέκα μικρά φιλικά σχόλια για την κυβέρνηση στο τούιτερ μας αποφέρουν (σύμφωνα με την τρέχουσα παραφιλολογία) τα έξοδα του κινητού για το μήνα· κι αν στήσω το κωλαράκι μου και κάποιος χύσει μέσα του, μπορώ να πάρω επιτέλους ένα καινούργιο smartphone για να μπορώ να γράφω ευκολότερα φιλικά σχόλια για την κυβέρνηση. Ο μηχανισμός των τιμών βρίσκεται -άρρητα ή μη- παντού μέσα στις ζωές μας.

    Οι σοβιετικοί αυτόν τον μηχανισμό προσπάθησαν να τον παρακάμψουν, όχι γιατί πίστευαν πως είναι απάνθρωπος, αλλά γιατί θεωρούσαν ότι δεν είναι αρκετά αποδοτικός. Ο κεντρικός σχεδιασμός τους, συνεχίζει να θεωρεί τους ανθρώπους άψυχα αντικείμενα με τη διαφορά πως η αξία τους υπολογίζεται κεντρικά από τη γραφειοκρατία κι όχι από την αγορά. Στην ουσία ο κεντρικός σχεδιασμός των σοβιετικών κάνει αδιαφανή την αξία των πραγμάτων για όλους πέρα από μια κάστα εκλεκτών. Αυτό οδήγησε σε πάρα πολλά τραγελαφικά πρακτικά προβλήματα που δεν χρειάζεται να αναλύσουμε. Για το παρόν κείμενο το σημαντικό είναι ένα άλλο εφέ που είχε. Αυτή η αδιαφάνεια έκανε τα υποκείμενα να νιώθουν ακόμα περισσότερο άβουλα έρμαια της γραφειοκρατίας σε σχέση με τα δυτικά αντίστοιχα.

    Το αν θα είχες αυτοκίνητο ή όχι στα 60s στη δύση ήταν μια πολύ ξεκάθαρη και διαφανής διαδικασία. Τα αυτοκίνητα κόστιζαν Χ, το εισόδημα της οικογένειας ήταν Ψ, η αποταμίευση Ψ/10, άρα αν 5 x Ψ/10 = X τότε σε 60 δόσεις μπορούσες να αγοράσεις ένα αυτοκίνητο. Το αν αυτό ήταν δίκαιο ή άδικο ήταν ένα παράπλευρο ερώτημα, καθώς η διαδικασία ήταν διαφανής. Αν η οικογένειά σου προτιμούσε να αποκτήσει εξοχική ντάτσα αντί για αυτοκίνητο, μια παρόμοια διαφανής διαδικασία καθόριζε τα πράγματα. Αν αποφάσιζες να πουλήσεις το κορμί σου για να μειώσεις τις δόσεις σε 48 ήταν μια δική σου επιλογή· που μπορεί ηθικά να μην ήταν εύκολη, αλλά οικονομικά ήταν ξεκάθαρη.

    Κι αυτό πρόσφερε στους ελευθερο-αγορίτες ένα ηθικό πλεονέκτημα, καθώς μπορούσαν να ισχυριστούν πως τα άτομα είχαν ελεύθερη βούληση. Το ότι αυτή η ελεύθερη βούληση μπορούσε να θυσιαστεί που και που (σε περίπτωση πολέμου πχ), έτσι ώστε να επιτευχθεί ο επιθυμητός στόχος (η σωτηρία της πατρίδας, η νίκη κατά του εχθρού) ήταν κάτι αποδεκτό, στα πλαίσια που θα επιστρέφαμε ξανά σε μία κανονικότητα. Το αυτό βίωσαν και οι περισσότεροι δυτικοί μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ένα κοινωνικό συμβόλαιο, ένα αμερικάνικο όνειρο που ήταν σε γενικές γραμμές διαφανές.

    Κάτω από το καπό όμως του μηχανισμού των τιμών τα προβλήματα υπήρχαν ήδη. Όσο ο μηχανισμός των τιμών εκφραζόταν με βάση τον χρυσό, η (από το θεό) περιορισμένη ποσότητα του χρυσού δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα στην ακόρεστη ανάγκη του καπιταλισμού για ανάπτυξη, για την ακρίβεια δημιουργούσε αποπληθωριστικές κρίσεις καθώς η ποσότητα του χρυσού δεν αυξανόταν με τους ρυθμούς που ο καπιταλισμός μεγενθυνόταν.

     

     

    Κι όταν πεθαίνει ο θεός ποιος παίρνει τη θέση του?

    Από αυτή την παγίδα μας έβγαλαν οι σοβιετικοί και οι κευνσιανοί στις αρχές του 20ου αιώνα, αποδεσμεύοντας τον χρυσό από τον μηχανισμό των τιμών. Αυτό όμως δημιούργησε νέα προβλήματα. Αν η αξία του νομίσματος μπορεί να καθοριστεί από την κεντρική τράπεζα, δηλαδή από έναν άνθρωπο, τότε πως είναι δυνατόν να εμπιστευτούμε την τιμή ως το φιλοσοφικό απόσταγμα της αξίας των πραγμάτων?

    Οι κευνσιανοί για να δημιουργήσουν αυτό το μεταφυσικό χάσμα που εξαφάνισε η εγκατάλειψη του χρυσού κανόνα, δημιούργησαν τον όρο μακρο-οικονομικά. Είπαν δηλαδή πως η διαχείριση μιας οικονομίας στο επίπεδο του μπακάλικου θα συνεχίζει να ορίζεται με τον τρόπο που όλοι καταλάβαιναν, αλλά η διαχείρισή της αξίας του νομίσματος θα γίνεται κεντρικά από την κεντρική τράπεζα. Με λίγα λόγια οι κευνσιανοί είπαν ότι στο μακρο-οικονομικό επίπεδο, η οικονομία θα είναι κεντρικά διευθυνόμενη σαν τη σοβιετική, αλλά αυτό εσείς δεν θα το πάρετε χαμπάρι στην καθημερινότητά σας. Το αν αξίζει να στήσεις το κωλαράκι σου για να μειώσεις τις δόσεις του αυτοκινήτου, συνέχιζε να ήταν η προσωπικά ζυγισμένη σου απόφαση. Γι ‘αυτό και στην περίοδό τους η οικονομία ονομάστηκε μικτή.

    Το πως τα σκάτωσαν οι κευνσιανοί στις αρχές των 70s νομίζω το έχω περιγράψει πολλές φορές (πχ εδώ), εδώ θα επικεντρωθώ στο ζήτημα του μηχανισμού των τιμών. Όσοι έχετε ζήσει σε εποχές πληθωρισμού θα μπορείτε να θυμηθείτε πως ο πληθωρισμός δεν ήταν τόσο τρομακτικό φαινόμενο οικονομικά, όσο μεταφυσικά. Η ιδέα ότι το μέτρο σύγκρισης των πραγμάτων δεν είναι κάτι σταθερό αλλά αλλάζει με τα καπρίτσια του κεντρικού τραπεζίτη, καταστρέφει εντελώς αυτό το μεταφυσικό μηχανισμό των τιμών ως απόσταγμα της αξίας του κόσμου.

    Οι μονεταριστές λοιπόν μπαίνουν στο παιχνίδι με μια βασική ιδέα. Παραδέχονται πως δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στον σφιχτό κορσέ του χρυσού, παραδέχονται δηλαδή πως η οικονομία θα παραμείνει κεντρικά διευθυνόμενη, αλλά ερίζουν ότι η αξία του νομίσματος θα πρέπει να καθορίζεται από τις κεντρικές τράπεζες ωσάν να ήταν κάτι σπάνιο όπως ο χρυσός. Και αυτό κάνουν βυθίζοντας τις δυτικές οικονομίες σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση.

    Η παρέμβασή τους στην οικονομία δεν την βγάζει από την ύφεση, ακριβώς διότι το μόνο που έκαναν ήταν να ακολουθήσουν την ιδεολογική τους πεποίθηση. Η αξία των πραγμάτων πρέπει να είναι σταθερή για να έχει νόημα ο κόσμος· αυτό ακολουθούν από τότε. Ο καπιταλισμός όμως δεν θα μπορούσε να είχε επιβιώσει, αν δεν ανακάλυπταν ένα μικρό κολπάκι.

    Γύρω στα μέσα των 80s ανακαλύπτουν ένα κόλπο που μπορεί να δημιουργήσει ανάπτυξη, χωρίς να αλλάξει στο επίπεδο του μπακάλικου την αντίληψη για τη σταθερότητα των τιμών. Αυτό το κόλπο δεν είναι άλλο από την στοχευμένη πιστωτική επέκταση (μια περίληψη εδώ). Το κόλπο είναι πως αν δημιουργήσεις πληθωρισμό στις τιμές λίγων συγκεκριμένων πραγμάτων, τότε στο επίπεδο του μπακάλικου κανείς δεν θα καταλάβει ότι αυτό είναι πληθωρισμός και αντίθετα θα θεωρηθεί ανάπτυξη και πλούτος. Αυτό είναι λίγο πολύ το σχέδιο που μας έφερε στην κρίση του 2008.

    Στην ουσία οι μάγοι του χρήματος (οι κεντρικοί τραπεζίτες) αθέτησαν την υπόσχεσή τους να συμπεριφέρονται στο νόμισμα ωσάν να ήταν από χρυσό, ελπίζοντας ότι κανείς δεν θα το πάρει χαμπάρι· με λίγα λόγια λίγη περισσότερη κεντρικά διευθυνόμενη οικονομία χωρίς να το καταλάβετε. Και δεν το κατάλαβαν πολλοί, μέχρι το 2008 που όλο το πράγμα μας έσκασε στα μούτρα. Κι εκεί δηλαδή προσπάθησαν να το κρύψουν κάτω από το χαλί όπως το 2002, το 1998, το 1987, αλλά το παιχνίδι είχε σπάσει πια και δεν δούλεψε. Από τότε μέχρι σήμερα έχουμε μια ελευθερο-αγορίτικη κατρακύλα. Ο μηχανισμός των τιμών αρχίζει και χάνει τη μεταφυσική του ισχύ σε ολοένα και μεγαλύτερες κατηγορίες και η κεντρικά διευθυνόμενη οικονομία γίνεται περισσότερο εμφανής. Σε μια εποχή που η πιστωτική επέκταση είναι πια δωρεάν (αφού έχουμε μηδενικά επιτόκια) τα επιτυχημένα οικονομικά παραδείγματα είναι μαγαζιά τύπου uber και tesla, μαγαζιά δηλαδή που είναι σχεδιασμένα για να χάνουν χρήματα. Το μοντέλο της προσωπικής επιτυχίας είναι η κληρωτίδα της start up και του kickstarter (δούλευε εσύ κι αν σου κάτσει…), Οι κατηγορίες των διαφόρων θαυμάτων της ανάπτυξης αναγνωρίζονται πολύ γρήγορα πια ως πληθωριστικές φούσκες (από το 2008 έχουν σκάσει ήδη μισή ντουζίνα πριν προλάβουν να πάρουν κεφάλι) και υπάρχει μια σαφής αδυναμία των κεντρικών τραπεζών να προτείνουν έναν κεντρικό σχεδιασμό που να λειτουργεί. Το QE είναι στην πραγματικότητα περισσότερο η παραδοχή μιας αποτυχίας, παρά ένα πρόγραμμα που θα επιστρέψει τα πράγματα στην προ 2008 κανονικότητα.

    Με λίγα λόγια βρισκόμαστε στο σημείο που η σοβιετία βρισκόταν στα τέλη των 70s. Όλοι στους πάνω ορόφους καταλαβαίνουν πως το παιχνίδι δεν δουλεύει, αλλά προσποιούμαστε ότι προσπαθούμε. Στους κάτω ορόφους τα πράγματα είναι εξίσου παράλογα με τις εποχές της σοβιετίας. Η τραγική ειρωνεία πως στο επίπεδο του μπακάλικου υπάρχει σαφής στενότητα πόρων την ίδια στιγμή που διάφορα τυχαία πράγματα όπως το bitcoin εκτοξεύονται στον ουρανό, είναι φτιαγμένη ακριβώς από τα ίδια υλικά που έκαναν τους σοβιετικούς πολίτες να νιώθουν ανελεύθεροι. Η τυχαιότητα του συστήματος καταστρέφει την από το θεό δοσμένη μεταφυσική αξία των τιμών ως κριτών των πάντων. Εσύ μπορείς να στήνεις το κωλαράκι σου, αλλά τελικά το αν και κατά πόσο θα μειώσει τις δόσεις του αυτοκινήτου σου θα το αποφασίσουν τα likes στο facebook.

    Πολλοί (ειδικά στο βαθύ κράτος των ηπα) αναγνωρίζουν την εισβολή στο αφγανιστάν ως το άχυρο εκείνο που έσπασε την πλάτη της σοβιετικής καμήλας. Οι λόγοι είναι καθαρά προσωπικοί, διότι έτσι επιβεβαιώνουν πως η τακτική του τζιχαντιστάν που ακολουθούν από τότε είναι η καλύτερη δυνατή· όμως εμείς που δεν έχουμε κάποια τέτοια ανάγκη, μπορούμε να δούμε την σοβιετική εισβολή στο αφγανιστάν ως το αποτέλεσμα της αδυναμίας της γραφειοκρατίας να θέσει στόχους που να έχουν νόημα. Ακριβώς όπως οι κεντρικοί τραπεζίτες με το QE παραδέχονται πως αδυνατούν να θέσουν στόχους.

    Στην αρχή έθεσα ως δεδομένο ότι η κεντρικά διευθυνόμενη οικονομία μπορεί να δημιουργήσει θαύματα και ως απόδειξη έφερα το γεγονός πως όλες οι πολεμικές οικονομίες είναι κεντρικά διευθυνόμενες. Όμως ο πόλεμος είναι μια πολύ βολική συνθήκη για μια κεντρικά διευθυνόμενη οικονομία, μια συνθήκη που συμμερίζονται οι περισσότεροι συμμετέχοντες. Τι συμβαίνει στην περίπτωση που δεν υπάρχει αυτή η ομοψυχία στους στόχους? Οι γραφειοκράτες χάνουν τ’ αυγά και τα πασχάλια, αρχίζουν να ακολουθούν τις ιδεολογικές τους καθηλώσεις που μπορεί αλλά μπορεί και να μην είναι οι βέλτιστες δυνατές αποφάσεις. Το αυτό νομίζω συνέβη και με τη σοβιετική εισβολή στο αφγανιστάν. Δεν ήταν αυτή καθεαυτή η εισβολή το πρόβλημα, αλλά η τυχαιότητα της επιλογής των στόχων από τη γραφειοκρατία που απονομιμοποίησε ακόμα περισσότερο το καθεστώς.

    Αν θέλετε ένα ελληνικό παράδειγμα, δεν υπάρχει καλύτερο από τους ολυμπιακούς αγώνες. Ο σιμήτης κατάλαβε πολύ καλά ότι χρειαζόταν ένας στόχος προκειμένου η γραφειοκρατία να δουλεύει και οι ολυμπιακοί αγώνες ήταν φτιαγμένοι από τα υλικά εκείνα που θα κινητοποιήσαν την ελληνική κοινωνία, αλλά η σπατάλη και το κλίμα μεγαλείου που δημιούργησε (έστω και σε αυτούς που δεν το πίστευαν πραγματικά αλλά έκαναν μια αρπαχτή), δεν δημιούργησαν μόνο ανάπτυξη, άλλαξαν εντελώς το μέτρο της αντίληψης του μηχανισμού των τιμών στην ελλάδα. Υπό αυτή την έννοια τα 100δις κρατικό χρέος που πρόσθεσαν σε 5 χρόνια ο μπούλης ο αλογοσκούφης και οι φίλοι τους, δεν ήταν παρά το πόρισμα του ολυμπιακού μεγαλείου· με τον ίδιο τρόπο που οι απλοί άνθρωποι έπαιρναν δάνεια 200 και 300 χιλιάδων ευρώ προκειμένου να αγοράσουν το διαμέρισμα των ονείρων τους.

     

     

    Το αφγανιστάν της δύσης

    Δεν το γνωρίζουμε ποιο θα είναι, όπως και οι σοβιετικοί δεν γνώριζαν από την αρχή το τι θα έφερνε μία ακόμα παροχή “διεθνιστικής βοήθειας” στους συντρόφους της καμπούλ. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το αφγανιστάν της δύσης έχει ήδη συμβεί με τη συρία και την αντίδραση που αυτή δημιούργησε στο μηχανισμό προπαγάνδας που ήθελε ένα ακόμα regime change (με πολλές καραμπόλες στο προσφυγικό, στην υποστήριξη του τζιχαντιστάν, τον λαϊκισμό κλπ κλπ)· μπορεί και όχι όμως, όπως είπα αυτό δεν το γνωρίζουμε μέχρι να είναι κατόπιν εορτής (και να βγαίνουν όλοι και να λένε, έλα μωρέ ήταν εμφανές).

    Επειδή όμως αυτό το κείμενο είναι κατά βάση οικονομικό (αν και περισσότερο με την έννοια της φιλοσοφίας της οικονομίας, κι όχι της μπακαλικής), θα ήθελα να προσφέρω ένα ακόμα πιθανό αφγανιστάν που βλέπουμε να ξετυλίγεται σιγά σιγά μπροστά μας.

    Όπως είπα παραπάνω το QE είναι η παραδοχή της αποτυχίας των κεντρικών τραπεζών να θέσουν έναν στόχο στην οικονομία και να την κατευθύνουν ξανά προς την μεγέθυνση. Εδώ και τουλάχιστον ενάμιση χρόνο (όπως έχουμε πολλές φορές συζητήσει στο irc με τον michael) υπάρχει μια κινητικότητα σε αυτόν τον τομέα. Οι κεντρικοί τραπεζίτες και τα φιλαράκια τους θέτουν δειλά-δειλά ξανά το ζήτημα που έθεσαν οι μονεταριστές. Αν ξεφτιλίσουμε το μέτρο σύγκρισης των τιμών, τότε πως οι άνθρωποι θα καταλαβαίνουν την τιμή ως το μεταφυσικό απόσταγμα της αξίας των πραγμάτων? Ο μόνος τρόπος να συμβεί αυτό, θα είναι να προσπαθήσουν ξανά να συμπεριφερθούν στο νόμισμα ωσάν να ήταν από χρυσό, με λίγα λόγια να περιορίσουν αυτή την τεράστια θάλασσα ρευστότητας με την οποία έχουν πλημμυρίσει τις αγορές. Στις ΗΠΑ το έχουν ξεκινήσει (δειλά δειλά όπως είπα), περισσότερο για τα μάτια του κόσμου παρά γιατί είναι αποφασισμένοι να το κάνουν· ας πούμε δοκιμάζουν τα νερά. Στην ευρώπη και μόνο η σκέψη τρομάζει την γραφειοκρατία, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των γερμανών που ακόμα δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει το τέλος του παιχνιδιού στη μονόπολη.

    Αν η θάλασσα της ρευστότητας έχει δημιουργήσει φούσκες σ’ ένα καθεστώς στασιμότητας, η απορρόφηση αυτής της ρευστότητας θα δημιουργήσει αναμφίβολα ύφεση, όπως έγινε και στα τέλη των 70s. Και αυτό πολιτικά είναι επικίνδυνο με το κύμα του λαϊκισμού που έχει πέσει σαν αρρώστια στον δυτικό κόσμο αν ακούσουμε αυτούς τους ίδιους γραφειοκράτες. Οι σοβιετικοί βλέπετε ως πιο ριζοσπάστες ήταν πιο κοντά στο όνειρο των γκλομπαλίστας και δεν είχαν διάφορα ενοχλητικά κατάλοιπα του παρελθόντος όπως οι εκλογές να τους φοβίζουν (ή έτσι νόμιζαν). Η δύση όμως -παρά τις καλύτερες των προσπαθειών- δεν έχει καταφέρει να απαλλαγεί πλήρως από τέτοιους αναχρονιστικούς θεσμούς. Όπως είπα και στο προηγούμενο κείμενο, αυτή τη στιγμή ο μισός πληθυσμός της ευρωζώνης ελέγχεται από μη εκλεγμένες κυβερνήσεις και αυτή είναι μια κατάσταση που δημιουργεί μια νευρικότητα.

    Πρόκειται για ένα ανοιχτό στοίχημα χωρίς κάποιο καλό αποτέλεσμα. Αν οι κεντρικοί τραπεζίτες επιμείνουν να αποκαταστήσουν την χαμένη αξία της τιμής ως μεταφυσικό απόσταγμα του μέτρου των πάντων θα κινδυνέψουν με άμεση αποσταθεροποίηση το σύστημα προκειμένου να πετύχουν έναν στόχο που λίγα πρακτικά πλεονεκτήματα θα τους προσφέρει. Αν από την άλλη συνεχίσουν να κλωτσάν το ντενεκεδάκι λίγο παραπέρα, συμβάλουν στην ακόμα μεγαλύτερη αλλά ηπιότερη αποσταθεροποίηση του συστήματος· άλλωστε ο τρισκατάρατος λαϊκισμός είναι αποτέλεσμα ακριβώς αυτής της τακτικής να κλωτσάς το τενεκεδάκι παρακάτω.