• Η συνδικαλιστική φάκα (μέρος 1ο Το αυτόματο)

    Date: 2013.05.25 | Category: ΠΟΛΙΤΙΚΗ | Tags: ,,,,

     

    Τον παλιό καλό καιρό, πριν ακόμα ανακαλυφθούν οι υπολογιστές, η ρομποτική έκανε τα πρώτα της βήματα με τα αυτόματα. Αυτά ήταν μηχανές που λειτουργούσαν με ελατήρια και γρανάζια σαν ρολόγια και μπορούσαν πχ να κινήσουν ένα μικρό πιανο ή τα χέρια μιας μαριονέτας. Όμως σε αντίθεση με την αντίληψη που έχουμε σήμερα για τα ρομπότ, τα αυτόματα είχαν μόνο ένα “πρόγραμμα”. Κι όσες φορές κι αν τα κούρδιζες αυτά θα έκαναν ακριβώς την ίδια προβλέψιμη επαναλαμβανόμενη κίνηση. Αυτή είναι λίγο πολύ και η συμπεριφορά των συνδικαλιστικών ενώσεων την τελευταία 30ετία. Λίγο πολύ όλες λειτουργούν με την ίδια αφοπλιστικά επαναλαμβανόμενη προβλεψιμότητα. Κάτι που κάνει το παιχνίδι με τους εχθρούς τους απολαυστικά απλό ακόμα και για τους ουρακοτάγκους της τρικομματικής.

     

    Ας πάρουμε όμως τα πράγματα λίγο με μια σειρά. Σε αντίθεση με την αριστερή φαντασίωση περί εργατιάς και πρωτοπορίας, η ιστορική πορεία του συνδικαλισμού δεν είναι ούτε ιδιαίτερα προοδευτική, ούτε απαραίτητα ιδιαίτερα αριστερή. Οι ενώσεις των εργατών τις περισσότερες φορές είχαν πολύ πιο περιορισμένους στόχους από αυτούς που η κομουνιστική ή μη αριστερά θα ήθελε να τους προσδώσει. Και λίγο λόγο φετιχισμού, λίγο λόγω τύψεων, οι μορφωμένοι αριστεροί της χρυσής 30ετίας μετά τον πόλεμο, δεν μπορούσαν να δουν ότι η πορεία είχε στραβώσει πολύ καιρό πιο πριν. Κι έτσι οι διάφορες εργατικές ενώσεις, στη μεγάλη τους πλειοψηφία δεν είχαν κανένα πρόβλημα να αποδεχθούν τη μετατροπή των μελών τους από προλετάριους σε μικροαστούς, και να κλάσουν τα σοσιαλιστικά κελεύσματα. Δεν υπάρχει πιο απογοητευτική επιβεβαίωση αυτής της κίνησης από τον μάη του 68, τότε που οι φοιτητές ήθελαν την χαοτική επανάσταση, και οι εργάτες τους έκλασαν μεγαλοπρεπώς, προτιμώντας τον παράδεισο των καπιταλιστικών αυξήσεων και της προβλέψιμης σιγουριάς που τους έταξε ο ντεγκολ.

     

    Η ιστορική ειρωνεία του μάη του 68 (και η εκδίκηση των τότε φοιτητών), ήταν πως οι εργάτες διάλεξαν τον “εύκολο” δρόμο, ακριβώς την ίδια στιγμή που αυτός ο δρόμος θα έπαυε να υπάρχει. Μέχρι το 72 η χρυσή 30ετία είχε τελειώσει και ο δρόμος που επέλεξαν οι εργάτες θα οδηγούσε στο μαρασμό τους. Από τότε το συνδικαλιστικό κίνημα στη δύση θα πηγαίνει από ήττα σε ήττα, όχι μόνο λόγω του καπιταλιστικού τέλματος στο οποίο εισήλθαμε ή της παγκοσμιοποίησης, αλλά και λόγω της ανάδειξης μια νέας σκληρά και φετιχιστικά αντισυνδικαλιστικής δεξιάς που είχε στόχο της να καταστρέψει κάθε έννοια συνδικαλιστικής οργάνωσης.

     

    Μια τέτοια επανάληψη της ιστορίας τηρουμένων των αναλογιών είχαμε και τον δεκέμβρη του 2008 στην ελλάδα. Οι μπόμπιρες και οι μπουμπούδες έσκισαν τις χορδές τους ουρλιάζοντας, την ίδια στιγμή που η ελληνική κοινωνία -πλην εξαιρέσεων ανάμεσα στους μπαχαλοσυριζαίους- τους έκλανε προκειμένου να μη γρατζουνιστεί το αμάξι. Το ίδιο αμάξι που μετά από 3 χρόνια θα πουλούσαν διότι ήταν ακριβό να συντηρεί μια οικογένεια 3 αμάξια με τη βενζίνη στο 1.8ευρώ. Αλλά η κοινωνία μαζικά αποφάσισε να ακολουθήσει τον δρόμο της φούσκας που ήδη φαινόταν ότι βρίσκεται στο τέλος του και θα κατέρρεε εντυπωσικά μέσα στα επόμενα 3 χρόνια. Αν ήμουν μπουμπού θα είχα ένα μεγάλο χαιρέκακο χαμόγελο στο πρόσωπο μου σκατόψυχοι.

     

     

    Το μένος κατά της εκπαίδευσης.

     

    Η εκπαίδευση είναι μια τεράστια σπατάλη. Αυτή είναι η επιτομή της δεξιάς φαντασίωσης που ονομάζεται ιστορικός φιλελευθερισμός. Κάτι που ακούς συνέχεια από τα στόματα των φιλελεύθερων δεξιών είναι ότι δεν χρειάζεται να σπαταλάμε χρόνο και χρήμα για γνώσεις που η αγορά δεν ζητάει. Φυσικά αυτό εξαιρεί τους ίδιους και τις οικογένειες τους. Κι έτσι, μέσα στα πλαίσια της υποχώρησης του κράτους, η δεξιά προσπαθεί να τελειώνει με το εκπαιδευτικό οικοδόμημα που το εθνικό κράτος έστησε χοντρικά από τα τέλη του 19ου αιώνα. Το επιπλέον τυράκι σε αυτή την προσπάθεια είναι πως οι δάσκαλοι και οι καθηγητές αποτελούν μία από τις πολυπληθέστερες κατηγορίες ΔΥ σε όλη τη δύση. Πώς λειτουργεί λοιπόν αυτό το σχέδιο?

     

    Τα πράγματα είναι απλά. Στην αρχή μειώνεις τους πόρους προς την παιδεία για λόγους λιτότητας. Στις διαμαρτυρίες των εργαζομένων απαντάς ότι καλύτερα να μην έχουν κιμωλίες παρά μειωμένους μισθούς. Και εντελώς προβλέψιμα οι εργαζόμενοι αποφασίζουν να το βουλώσουν, παρά το γεγονός πως οι μειώσεις ξεπερνούν κατά πολύ την έλλειψη κιμωλιών. Έτσι λοιπόν επειδή η διαμαντοπούλου ήθελε να δώσει τη μπίζνα με τα βιβλία σε κάτι φίλους της, τα σχολεία πέρσι δεν είχαν βιβλία. Κι αντί αυτό να οδηγήσει σε απεργία διαρκείας τους καθηγητές που χωρίς βιβλία τι σκατά μάθημα να έκαναν, τους οδήγησε να σφυρίζουν αδιάφορα. Γιατί? Διότι έτσι νόμιζαν ότι αποφεύγουν τα χειρότερα για τους ίδιους.

     

    Μα κι όταν έπεσαν οι μισθοί οι καθηγητές κι οι δάσκαλοι δεν αντέδρασαν θα μου πείτε. Μα φυσικά διότι το κόλπο είναι απλό. Όπως συμβαίνει σε όλο το συνδικαλιστικό εύρος τα τελευταία 25 χρόνια, ποτέ ο εργοδότης δεν επιβάλει οριζόντιες μειώσεις. Για την ακρίβεια επιβάλει μειώσεις σύμφωνα με την μοντέρνα διαχωριστική γραμμή των εργαζομένων. Που είναι παλιοί και νέοι. Και καθώς οι συνδικαλιστικές οργανώσεις για διάφορους λόγους εκπροσωπούνται κυρίως από τους παλιούς, έχουν την τάση να ξεπουλάνε τους νέους με χαρακτηριστική ευκολία. 25 χρόνια τώρα βλέπουμε αυτό το μοτίβο να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Οι παλιοί του ΟΤΕ τσιμπούσαν εθελουσίες και εφάπαξ με εξαψήφια νούμερα, την ίδια στιγμή που τα παιδιά τους δούλευαν σαν νοικιαζόμενοι σκλάβοι στα τηλεφωνικά κέντρα. Οι παλιοί ΔΥ κρατούσαν όλα τα χαρτιά για πάρτη τους, την ίδια στιγμή που οι νέοι έμεναν στο ΙΚΑ ή/και στην ομηρεία του συμβασιούχου. Οι παλιοί μηχανικοί κρατούσαν τα γιοφύρια τη στιγμή που έβαζαν τους νέους να πληρώνουν τα παχυλά επικουρικά τους. Οι παλιοί δημοσιογράφοι κρατούσαν τους μισθούς τους σε δυσθεόρατα επίπεδα την ίδια στιγμή που οι νέοι δούλευαν με το κομμάτι (και φυσικά αφού δεν ήταν έμμισθοι δεν έπαιρναν ποτέ το δικαίωμα να γίνουν μέλη του συνδικαλιστικού οργάνου).

     

    Με τέτοιους (και μερικούς ακόμα τρόπους) φτάσαμε σε ολόκληρη τη δύση στην εξής εντυπωσιακή εικόνα. Οι γονείς να συντηρούν τα παιδιά τους, αντί του παραδοσιακού παραδείγματος όπου τα παιδιά συντηρούσαν τους μεγαλύτερους και λιγότερο αποδοτικούς στην εργασία γονείς.

     

    Αλλά ας μην ξεφεύγουμε από το θέμα μας που είναι η εκπαίδευση. Νομίζω βλέπετε το κολπάκι. Σε κάθε κίνηση εναντίων του κλάδου, το μόνο που χρειάζεται να κάνει μια κυβέρνηση, είναι να κατευθύνει την επίθεσή της κατά των νεότερων, προκειμένου να κρατήσει τη σιωπηρή ή λιγότερο σιωπηρή συναίνεση των παλαιών. Το ίδιο συνέβη και αυτή τη φορά.

     

    Παρότι οι καθηγητές είναι ένας σχετικά ομοιογενής κλάδος, υπάρχουν αρκετές διαφορές στο εσωτερικό τους για να δημιουργήσουν ρωγμές. Το μόνο που χρειάζεται να κάνει η κυβέρνηση λοιπόν είναι να τις εκμεταλλευθεί. Και προσέξτε το ευκολάκι. Ανακοινώνει την αύξηση των διδακτικών ωρών κατά δύο την εβδομάδα. Επικοινωνιακά είναι εύκολο. Πώς σκατά θα υπερασπιστείς την αύξηση των διδακτικών ωρών κατά μόλις 2 ώρες? Όμως αυτό υποννοεί κι ένα άλλο όφελος για την κυβέρνηση. Περισσότερες ώρες σημαίνει ανάγκη για λιγότερους καθηγητές κι επιτέλους απολύσεις και αναγκαστικές μετατάξεις. Κι όλο αυτό το κάνει λίγο πριν τις πανελλήνιες -το μεγάλο φετίχ της ελληνικής κοινωνίας- ακριβώς διότι ξέρει ότι οι συνδικαλιστές θα αντιδράσουν εντελώς προβλέψιμα.

     

    Μα που βρίσκεται ο διαχωρισμός που σπάει το μέτωπο, θα ρωτήσουν οι περισσότεροι? Οι διαχωρισμοί είναι δύο. Ο ένας είναι εύκολος. Καθηγητές εναντίων κοινωνικού συνόλου. Καθώς και οι καθηγητές ως κλάδος δεν συνομιλούσαν με την κοινωνία για τα αιτήματά τους, αλλά απευθείας με την κυβέρνηση, η χρήση των πανελληνίων τους εμφανίζει να βάλλουν εναντίον της κοινωνίας τη στιγμή που η κυβέρνηση εμφανίζεται να υπερασπίζεται τους μαθητές των πανελληνίων. Υποκρισία θα μου πείτε. Ναι αλλά οι καθηγητές δεν έκαναν τίποτα για να την ανατρέψουν πέρα από το να πουν ότι κανείς δεν θα πεθάνει αν οι πανελλήνιες γίνουν ένα μήνα αργότερα. Σωστό αλλά το ερώτημα ανατρέπεται. Κανείς δεν θα πεθάνει αν οι καθηγητές δουλέψουν δύο ώρες παραπάνω. Και μόλις βρέθηκες να κάνεις τον αμοραλιστή κακό που είναι έτοιμος να σφάξει τη νεαρή ξανθιά παρθένα στο βωμό κάποιας σατανιστικής τελετής με σφυροδρέπανα.

     

    Ο δεύτερος διαχωρισμός είναι πιο εσωτερικός και υπόγειος. Ακριβώς βάση του ιεραρχικού συστήματος παλαιότητας, δεν είναι όλοι οι καθηγητές ίσοι. Ούτε διδάσκουν όλοι τις ίδιες ώρες, ούτε έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα. Γιαυτό και η κυβέρνηση 3 μέρες μετά την ανακοίνωση της αύξησης των ωρών, πρόσθεσε πως οι παλιοί με παραπάνω από 12 έτη προϋπηρεσία εξαιρούνται των υποχρεωτικών μετακινήσεων.

     

     

    Οι τάξεις των καθηγητών

     

    Οι περισσότεροι γνωρίζουμε πως υπάρχουν οι αράπηδες του συστήματος που είναι οι ωρομίσθιοι. Αυτούς δεν τους υπολογίζει κανείς, πληρώνονται ελάχιστα και πληρώνονται μόνο ανάλογα με τις ώρες που δουλεύουν. Τις περισσότερες φορές αναγκάζονται να κάνουν τους βέγγους πηγαίνοντας από σχολείο σε σχολείο χωρίς φυσικά να τους πληρώνει κανείς οδοιπορικά. Ο αριθμός τους ποικίλει λόγω της φύσης της δουλειάς τους προσπαθώντας να καλύψουν κενά και φυσικά παρά το γεγονός ότι τα κενά είναι γνωστά από νωρίς, η ανάθεση των θέσεων τους μπορεί να φτάσει και μετά τα χριστούγεννα.

     

    Μετά υπάρχει το καθαρτήριο του αναπληρωτή. Ο αναπληρωτής δεν έχει πλήρη δικαιώματα, αλλά είναι μια δύο κλίμακες παραπάνω από τον ωρομίσθιο. Πληρώνεται κανονικά ως μισθωτός και ταυτόχρονα έχει μπει στο κανάλι να μπει στον παράδεισο του μονιμά για να μπορεί να ελπίζει. Αυτοί είναι γύρω στους 10.000

     

    Και τέλος υπάρχουν οι μονιμάδες, αυτοί που όταν πηγαίναμε σχολείο γνωρίζαμε ως καθηγητές. Και αυτοί μεταξύ τους δεν είναι ίσοι. Χωρίζονται σε αυτούς που έχουν οργανικές θέσεις και δεν μπορεί κανείς να τους κουνήσει από το σχολείο τους, και αυτούς που δεν έχουν και μπορεί η διοίκηση να τους κάνει μπαλάκι από εδώ κι από εκεί. Σαν να μην έφτανε αυτό, ανάλογα με την παλαιότητα του κάθε μονιμά (έτσι να συνηθίζουν και οι καθηγητές στην στρατιωτική ορολογία τώρα που έγιναν φαντάροι), ποικίλουν και οι ώρες που διδάσκει και ξεκινούν από τις 22ώρες και φτάνουν στις 16 για τους πάλιουρες. Τέλος οι συνολικές ώρες παραμονής στο σχολείο δεν ξεπερνούν τις 30 την εβδομάδα.

    Υποκατηγορία των μονιμάδων είναι οι αποσπασμένοι που πρακτικά βρίσκονται εκτός των διδακτικών αιθουσών καλύπτοντας διάφορα γραφειοκρατικά κενά της διοίκησης. Αυτοί θεωρούνται τα πιο βύσματα, ειδικά από όσους καθηγητές έγιναν καθηγητές χωρίς να έχουν καμιά ιδιαίτερη κάβλα να διδάξουν. Ανάμεσά τους υπάρχουν σαφώς και βύσματα που “υπηρετούν” από το σπίτι τους μέχρι το γραφείο του μπατζανάκη τους που είναι βουλευτής, αλλά κυρίως καλύπτουν διοικητικές θέσεις κάπου μέσα στη γραφειοκρατία του υπουργείου. Αυτοί ήταν καμιά 10αριά χιλιάδες τα καλά χρόνια, αλλά έχουν μειωθεί ήδη στις 4000 και η κυβέρνηση θέλει να τους μειώσει ακόμα περισσότερο.

     

    Νομίζω ήδη βλέπετε πόσα όπλα έχει η κυβέρνηση να την πέσει στους καθηγητές και να τους σπάσει σε 8 διαφορετικά κομμάτια. Πράγμα που δεν έχασε την ευκαιρία να κάνει. Και εντελώς προβλέψιμα, σαν αυτόματο, οι καθηγητές έπεσαν στη φάκα. Πήγαν να κάνουν απεργία στις πανελλήνιες με τον παλιό καλό τρόπο. Κρατώντας ομήρους μια μικρή ομάδα μαθητών (της 3ης λυκείου), προσπαθώντας να πείσουν την κυβέρνηση να μην τους αυξήσει το ωράριο. Που είναι μεταξύ 16-22διδακτικών ωρών και συνολικά 30ωρών παραμονής στο σχολείο. Και φυσικά οι υποψήφιοι προς απόλυση/μετάταξη ήταν όλοι από τον πάτο της καθηγητικής ιεραρχίας καθώς οι μονιμάδες θα γλυτώσουν μετά την αρχική τρομάρα που πήραν για να μάθουν να συμπεριφέρονται κατά το γνωστό ανέκδοτο με το χότζα και τα ζώα.

     

    Γιατί οι μαθητές είναι όμηροι? Διότι στην ουσία κάνουν τις ξανθές screamers που στις αμερικάνικες ταινίες υπάρχουν απλά για να προσθέτουν θύματα στην πλοκή. Η απεργία δεν τους αφορά, δεν τους εμπλέκει με θετικό τρόπο και κανείς δεν τους απευθύνει τον λόγο καθώς η διαπραγμάτευση είναι ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους εκπαιδευτικούς.

    Αν ήμουν σοβαρός καραγκιόζης θα έλεγα πως πρόκειται για μια κυνική εργαλειακή αντιμετώπιση των μαθητών ως εμπόρευμα, ακριβώς όπως οι απεργοί σ’ έναν άλλο κλάδο θα κρατούσαν τα εμπορεύματα προκειμένου να εκβιάσουν την διοίκηση. Αλλά δεν είμαι γιαυτό και προτιμώ την εικόνα της ξανθιάς screamer με τα μεγάλα σιλικωνάτα βυζιά που ετοιμάζεται να γίνει πολτός από άντερα στα χέρια του αιμοδιψή κακού.

     

    Κι ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί ήταν καταδικασμένη μια τέτοια απεργία.

     

     

    Με τους καθηγητές διασπασμένους, τα αιτήματα αυστηρά κλαδικά και χωρίς καμία σύνδεση με την κοινωνία, και όλα αυτά στο χρόνο και με τους όρους που επέλεξε η κυβέρνηση για τη σύγκρουση. Τι ποιο εύκολο σε αυτές τις συνθήκες από το να παρουσιάσεις τους καθηγητές ως αμοραλιστές και την κυβέρνηση ως τιμητή της εκπαίδευσης. Στην πραγματικότητα στο προσφέρουν στο πιάτο και το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να βάλεις ένα talking head να το θέσει ρητά. Είναι όμως κάθε μάχη καταδικασμένη στην ήττα? Θωρώ πως όχι, αν τεθεί με τους όρους εκείνους που να αποκαλύπτουν την κυβερνητική υποκρισία και να υπερβαίνουν τους πολύ στενούς στόχους μιας κυβέρνησης χωρίς καμία μα καμία νομιμοποίηση. Δώστε μου δύο τρεις μερες και θα προσπαθήσω να τους απλώσω τον τραχανά στο δεύτερο μέρος.