• Σμέουρα μπανάνες, πορτοκάλια και άλλα φρουτάκια (φρουτοχυμοί)

    Date: 2016.07.08 | Category: TECHIE-STUFF | Tags: ,,

    Μέρος της πραγματικότητας που ζούμε είναι και η λιγάκι παιδική αλλά πανίσχυρη φαντασίωση, πως η τεχνολογία είναι ουδέτερη, κάτι λίγο σαν ένα φυσικό φαινόμενο όπως η φωτιά την οποία ο άνθρωπος μπορείς να χρησιμοποιήσει για καλό ή για κακό 🙂

    Θεωρώ πως είναι τρομακτικά σημαντικό να κατανοήσουμε το εύρος του πόσο η τεχνική δεν είναι ποτέ ουδέτερη, πριν μπορέσουμε να κατανοήσουμε το πως (και εάν) θα μπορούσαμε να τη χρησιμοποιήσουμε. Πριν πηδήξω στα φρουτάκια λοιπόν, θα χρησιμοποιήσω δύο άλλα παραδείγματα. Το ένα είναι το αυτοκίνητο (ίσως το αδιαμφισβήτητο τεχνολογικό σύμβολο του 20ου αιώνα) και το άλλο είναι οι μικροκοντρόλερς, μικροί υπολογιστές δηλαδή που βρίσκονται παντού τριγύρω μας.

    Το μακρί καβλί

    Νομίζω το είχα αναφέρει και σε παλιότερες τεχνικές, πως εάν έλεγες σε έναν αγρότη του 1900 πως το 1990, οι περισσότερες οικογένειες θα διαθέτουν την ισχύ 50-60-100αλόγων στη διάθεσή τους, θα σε κοίταζε λίγο σαν χαζός. Αν μάλιστα του εξηγούσες  το πως χρησιμοποιούν αυτή την ισχύ, πχ για να μποτιλιάρουν στους δρόμους, τότε σίγουρα θα γελούσε με την αποκοτιά τους.

    Όμως η αλήθεια είναι, πως οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα δεν μπορούν να φανταστούν κάποια άλλη χρήση για το μακρύ καβλί aka το αυτοκίνητο. Κι ακόμα κι αν τη φαντάζονταν, η δυνατότητα να την υλοποιήσουν δεν θα ήταν καθόλου εύκολη.

    Τα αυτοκίνητα, από την αρχή της μαζικής παραγωγής τους με το ford t, ήταν αντικείμενα της τεχνολογίας με μια πολύ συγκεκριμένη ιδέα πίσω τους. Αυτή της αυτόνομης μετακίνησης μέσα σε κάρα. Και αυτή η ιδέα έγινε διαθέσιμη στο ευρύ κοινό, λόγω μιας συγκεκριμένης συγκυρίας. Το τέλος του πρώτου ημιχρόνου του ευρωπαϊκού πολέμου το 1918 το οποίο άφησε όλες τις χαλυβουργίες πρακτικά χωρίς την τεράστια ζήτηση που ο πόλεμος δημιουργεί.

    Και από την αρχή της μαζικής ζωής του, το αυτοκίνητο εδραιώθηκε ως ένα status symbol αρκετά αποκομμένο από τη χρησιμότητα των αλόγων που είχε φυλακίσει μέσα του. Ολόκληρη η βιομηχανία που εδραιώθηκε γύρω του, άρχισε να ψάχνει τρόπους χρήσης του αυτοκινήτου και αυτή η χρήση τις περισσότερες φορές δεν είχε κανένα παραγωγικό στόχο. Το να αποκτήσεις ένα αυτοκίνητο ήταν μία από εκείνες τις χαρές της μοντέρνας ζωής και οι “πρακτικοί” λόγοι εφευρέθηκαν αργότερα.

    Ήδη λοιπόν από το 1920 το αυτοκίνητο είχε οριστεί αρκετά περιοριστικά ως ένα αγαθό απόλαυσης. Να μπορείς να πας με την οικογένεια διακοπές (άλλη μία από τις νεόφερτες ιδέες του 20ου αιώνα), να μπορείς να έχεις ελευθερία μετακινήσεων κλπ κλπ. Δεν είναι τυχαίο πως μια εταιρία ελαστικών (η μισελέν), συνεχίζει να φτιάχνει έναν από τους πιο διάσημους τουριστικούς οδηγούς.

    Το γιατί έγινε αυτό μπορούμε σχετικά εύκολα να το εξηγήσουμε. Η άμαξα, που το αυτοκίνητο αντικαθιστά, είναι ήδη από το 19ο αιώνα ένα αγαθό πολυτελείας. Και ως τέτοιο χρησιμοποιούνταν. Φυσικά μας μετέφερε από το σημείο Α στο σημείο Β, αλλά οι άνθρωποι συνήθως περπατούσαν για να επιτελέσουν την ίδια λειτουργία. Η άμαξα ήταν μέρος μια τάξης ανθρώπων που απλά μπορούσαν να την διαθέτουν. Το ίδιο συνέβη και με τα πρώτα αυτοκίνητα, τα οποία όλα ήταν πανάκριβα και χειροποίητα.

    Έτσι όταν ο φορντ, εισάγει τις νέες μεθόδους μαζικής παραγωγής, το κάνει σε μια ήδη εδραιωμένη πραγματικότητα για τον ρόλο του αυτοκινήτου. Και παρότι φυσικά στην ιστορία του αυτοκινήτου φτιάχθηκαν εκατομμύρια χρήσιμα βανάκια, αγροτικά και άλλα τροχοφόρα με μεγαλύτερη χρησιμότητα στην δημιουργία αξίας, το αυτοκίνητο ως εικόνα παραμένει ως σήμερα φυλακισμένο στην σφαίρα του “άχρηστου” αγαθού.

    Το volkswagen, το αυτοκίνητο για τις μάζες του νικηφόρου τρίτου ράιχ, ήταν επίσης ένα αυτοκίνητο (όπως και το ford T) σχεδιασμένο για τη σχόλη και την “πολυτέλεια”.

    Ήδη λοιπόν από τις απαρχές του, η τεχνική αυτοκίνητο είχε τους περιορισμούς της. Και μιλάμε τώρα για ένα από τα πιο αγαπημένα παιχνίδια του δυτικού κόσμου στον 20ο αιώνα. Παρότι λοιπόν από την αρχή πολλοί χρήστες προσπάθησαν να δώσουν άλλη σημασία στο αυτοκίνητο (υπήρχαν ήδη από το 1920 μετατροπείς που έπαιρναν το ανύπαρκτο πορτ-παγκαζ του φορντ Τ και πρόθεταν καρότσα), το κόστος η προσβασιμότητα και η δυσκολία αυτών των μετατροπών ήταν εμφανείς.

    Φυσικά μετά το δεύτερο ημίχρονο του πολέμου η αγορά αυτοκινήτου αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα και πρόσφερε έτοιμες λύσεις για τις παλιότερες χακεριές (δηλαδή τα station wagons), αυτό δεν άλλαξε και πολύ τα πράγματα. Το αυτοκίνητο παρέμενε κυρίως ένα αγαθό της σχόλης.

    Κι αν οι τεχνικές δυσκολίες της μετατροπής ενός αυτοκινήτου σε “χρήσιμο” αγαθό δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητες, αυτό που δεν πρέπει με τίποτα να παραβλέπουμε είναι οι ιδεολογικές/κοινωνικές δυσκολίες.

    Από τη στιγμή που το αυτοκίνητο εδραιώνεται από την αρχή ως ένα αγαθό πολυτελείας και ένα status symbol, πολύ ισχυρότερο από το εντελώς πιο χρήσιμο ψυγείο για παράδειγμα, οι χρήστες του, παρόντες ή επίδοξοι, αρχίζουν και σκέφτονται για το αυτοκίνητο μέσα από παράλληλες γραμμές. Φυσικά πάντα υπάρχουν αυτοί που ξεφεύγουν και αποφασίζουν να πάρουν τα άλογα της μηχανής και να τα χρησιμοποιήσουν στη βάρκα τους για να ψαρεύουν, αλλά αυτές οι εξαιρέσεις δεν πρέπει να μας απομακρύνουν από τον κανόνα. Για τους περισσότερους από εμάς, οι χρήσεις του αυτοκινήτου παραμένουν εξαιρετικά περιορισμένες, όταν αναλογιστούμε τι πραγματικά έχουμε στα χέρια μας. Και 100 χρόνια αργότερα σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει.
    Το να πιστεύουμε ότι εμείς θα το κάνουμε για άλλα αγαθά χωρίς να κατανοούμε τη φαντασιακή φυλακή στην οποία βρισκόμαστε, είναι τουλάχιστον αφελές.

    Οι microcontrollers

    Πρόκειται στην ουσία για μικρούς υπολογιστές που βρίσκονται πραγματικά παντού τριγύρω μας ήδη από τα 80s σε πράγματα που θεωρούμε πολύ καθημερινά. Τα “προγράμματα” του πλυντηρίου ελέγχονται από έναν τέτοιο, ή ακόμα και του τηλεφώνου με τις αποθηκευμένες “μνήμες”. Πολλές από τις ηλεκτρονικές συσκευές μας είχαν έναν τέτοιο. Και παρότι περιτριγυριζόμασταν από αυτούς πολύ πριν πάρουμε χαμπάρι την παρουσία τους, ήταν σχεδόν αδύνατο να τους χρησιμοποιήσουμε για κάτι διαφορετικό από τη “δουλειά” για την οποία προγραμματίστηκαν.

    Για αρχή έχουμε τις πρακτικές δυσκολίες. Πολλοί από τους microcontrollers που βρίσκουμε σε παλιές συσκευές δεν έχουν παρά ελάχιστες πληροφορίες για τη λειτουργία τους, ακριβώς επειδή οι εταιρίες που τους πουλάνε δεν θέλουν άσχετοι να αποκτήσουν πρόσβαση σε δαύτους. Εξίσου συχνά δεν ξέρουμε καν πιο ποδαράκι κάνει τι και το reverse engineering, δηλαδή η διαδικασία να καταλάβουμε από το ίδιο το κύκλωμα το τι δουλειά κάνει το κάθε ποδαράκι, δεν είναι απλή υπόθεση.

    Έπειτα δημιουργούνται ένα σωρό προβλήμματα στον προγραμματισμό τους. Έστω και καταλάβαμε τι κάνουν τα ποδαράκια, πως ξέρουμε με ποιο τρόπο προγραμματίζονται? Κι αν η εταιρία έχει κλειδώσει τη δυνατότητα προγραμματισμού?

    Όλα αυτά τα εμπόδια έκαναν τους microcontrollers ένα παιχνίδι με το οποίο πολύ λίγοι άνθρωποι μπορούσαν να ασχοληθούν. Μέχρι τη στιγμή που κάτι τρελοί ιταλοί αποφάσισαν να τα κάνουν όλα πιο εύκολα, φτιάχνοντας το Arduino.

    Το Arduino λοιπόν είναι κατά βάση ένας τέτοιος microcontroller με τη μόνη διαφορά πως οι παραγωγοί του φρόντισαν να κάνουν όλες τις πληροφορίες γι’αυτόν διαθέσιμες και μάλιστα να κάνουν την πρόσβαση στον προγραμματισμό του και τα ποδαράκια του, τρομακτικά απλή.

    Και καθώς το arduino ήταν ένα open hardware project, με λίγα λόγια όλα τα σχέδια ήταν διαθέσιμα σε κάθε ενδιαφερόμενο, αυτό σήμαινε πως ο δημιουργός του άφηνε πολύ περισσότερους βαθμούς ελευθερίας στους χρήστες του, να δημιουργήσουν το δικό τους νόημα στο τι μπορεί να κάνει ένας τέτοιος microcontroller. Και αυτό από μόνο του είναι εντυπωσιακό, όταν σκεφτείς πως είναι σαν να σου έδιναν μια μηχανή αυτοκινήτου, με όλες τις απολήξεις της έτοιμες για να τη χρησιμοποιήσεις εσύ όπου θέλεις.

    Στα 11 χρόνια της ύπαρξης του, το arduino έδωσε τόσους βαθμούς ελευθερίας στους χρήστες του, που δεν είναι υπερβολή να πούμε πως χωρίς αυτό, ένα άλλο διάσημο open hardware project (τα 3d printers) θα ήταν πολύ πολύ πιο δύσκολο να φτιαχτούν. Σήμερα πια είναι χιλιάδες τα πράγματα που μπορείς να κάνεις με ένα arduino.

    Σε αντίθεση με το ford T οι περιορισμοί που θέτει ο κατασκευαστής είναι μηδαμινοί και το κόστος παραγωγής του έχει πια απωλέσει κάθε υπεραξία που διέθετε όταν ξεκίνησε. Άρα οι microcontrollers που βασίστηκαν στο arduino μπορούμε να πούμε ότι πλησιάζουν όλο και περισσότερο αυτό που στα οικονομικά θα ονομάζαμε ελεύθερο αγαθό (το κόστος ενός arduino mini που είναι απλά μια μικρότερη συσκευασία του κλασικού arduino uno, είναι πια λιγότερο από 2 ευρώ).

    Την ίδια στιγμή δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι απόλο τον κόσμο επί μια δεκαετία πειραματίζονται με το arduino έχοντας φτάσει τις δυνατότητες του στα θεωρητικά του όρια (και συχνά πέρα από αυτά). Μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει τίποτα κρυφό πια σε αυτόν τον μικροεπεξεργαστή.

    Άρα έχουμε ένα αγαθό όπου το κόστος του πλησιάζει το κόστος παραγωγής, και οι δυνατότητές του είναι πολύ γνωστές και προσβάσιμες ακόμα και στα όρια της ισχύς του, με λίγα λόγια έχουμε ένα αγαθό που στην υλική του υπόσταση δεν θα μπορούσε να βρίσκεται σε καλύτερη θέση και τότε γιατί δεν μας έχει προσφέρει την κοινωνική απελευθέρωση?

    Εντάξει τώρα τρόλαρα, αλλά στην ουσία του το ερώτημα παραμένει. Διότι ναι μεν στο σύμπαν του αρντουινο γλυτώσαμε από τον Ford ή την apple (και το 3d printer είναι η απόδειξη αυτού), αλλά δεν γλυτώσαμε από το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο βρισκόμαστε και τις φαντασιώσεις με τις οποίες ξυπνάμε κάθε μέρα.

    Τα φρουτάκια και η κρίση

    Σε σχέση με το arduino, όλα τα φρουτάκια έχουν πολύ μεγαλύτερους περιορισμούς. Το κόστος απόκτησης δεν έχει ακόμα πλησιάσει το κόστος παραγωγής και ως πιο περίπλοκα μηχανήματα, η προσβασιμότητα στο low level (δηλαδή ο έλεγχος στα επιμέρους ηλεκτρονικά εξαρτήματα του SOC) είναι μικρότερη. Από την άλλη μεριά ακριβώς επειδή χρησιμοποιούν linux στο high level (δηλαδή στον έλεγχο του software που βρίσκεται κοντά στο χρήστη) τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα καθώς δεν χρειάζεται να φτιαχτεί όλη αυτή η προγραμματιστική βάση που στο arduino πήρε χρόνια. Με λίγα λόγια μπορούμε να ισχυριστούμε πως ό,τι ισχύει για τους κοινωνικους και φαντασιακούς περιορισμούς των χρήσεων του αρντούινο, ισχύει και για τα φρουτάκια.

    Σίγουρα το να διαθέτεις τη δική σου παιχνιδομηχανή που παίζει παλιά παιχνίδια, ή τη δική σου smartTV χωρίς να πρέπει να αγοράσεις κι όλα τα αυθεντικά αξεσουάρ της samsung ή της sony δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα, ειδικότερα όταν πριν από μερικά χρόνια αυτό ήταν εξαιρετικά πιο πολύπλοκο. Μου πήρε 1 χρόνο να φτιάξω το δικό μου arcade μηχάνημα με κανονική οθόνη CRT τηλεόρασης το 2002. Μπορούμε βάσιμα να πούμε ότι τα φρουτάκια έκαναν προσβάσιμα σε πολύ μεγαλύτερο κοινό αυτό που έκαναν οι πιο σκληροί χομπίστες παλιότερα και έτσι περισσότεροι άνθρωποι δεν χρειάζεται να δεσμεύονται από τις αντίστοιχες sony (και εάν τους έδινε ποτέ την ευλογία της).

    Όμως όσο όμορφο κι αν είναι ένα retroPie δεν θα σε βοηθήσει να ξεφύγεις από τις όλο και πιο αποπνικτικές κοινωνίες που ζούμε εμείς οι δυτικοί. Κι εδώ υπάρχει ένα μικρό αλλά σημαντικό χάσμα. Το οποίο έχει περισσότερο να κάνει με τη φαντασίωση που έχουμε για τον κόσμο, παρά με τα ίδια τα αγαθά και τις χρήσεις τους καθεαυτές.

    Ένας από τους βασικούς λόγους που φτιάχνουμε RetroPie ή SmartTVs είναι διότι θεωρούμε πως τα υπόλοιπα προβλήματα της ζωής μας διευθετούνται με άλλους τρόπους, ακόμα κι όταν δεν διευθετούνται. Το φαϊ βρίσκεται στο σούπερμαρκετ και το σπίτι στους γονείς μας και ο τρόπος για να τα αποκτήσουμε όλα αυτά δεν βρίσκεται σ’ ένα ηλεκτρονικό φρουτάκι. Πολύ λογικό φυσικά καθώς ένα orange pie ή ένα αρντουίνο δεν πρόκειται να ζεστάνει το σπίτι σου (κάτι που ίσως να μπορούσε να κάνει παλιότερα ένα διπύρηνο Pentium4), αλλά ο περιορισμός που περιγράφω δεν έχει να κάνει τόσο με τους υλικούς περιορισμούς των φρουτακιών.

    Οι περισσότεροι από εμάς ζούμε σε πόλεις και βρισκόμαστε εντελώς χωμένοι μέσα στο καπιταλιστικό κοσμο-σύστημα, πράγμα που σημαίνει ότι για τις περισσότερες ανάγκες μας χρειαζόμαστε πρόσβαση σε χρήμα. Κι όταν σκεφτόμαστε το orange pi-smartTV το σκεφτόμαστε ακριβώς στο πλαίσιο του πως δεν θα τα σκάμε στη netflix ή στη samsung. Όμως αυτή η αποεμπορευματοποίηση του προϊόντος διασκέδαση στο σαλόνι, δεν φτάνει ποτέ στην τροφή πχ (για να πιάσουμε μία από τις βασικές ανάγκες). Διότι έχουμε αποφασίσει ότι αυτή την ανάγκη την καλύπτει το σούπερμαρκετ. Ακόμα κι όταν τελικά δεν την καλύπτει.

    Κι έτσι βρισκόμαστε σε αυτή την περίεργη κατάσταση, όπου κάτι νιώθουμε ότι έχει αλλάξει, αλλά προσπαθούμε να απαντήσουμε σε αυτό με τα εργαλεία και τις ανάγκες της προ του 2008 πραγματικότητας. Και όπως και στην πολιτική, το πιο δύσκολο τελικά δεν είναι η αλλαγή των υλικών συνθηκών του κόσμου, αλλά ένα εξαιρετικά πιο ιδεαλιστικό πρόβλημα. Το να φανταστούμε έναν κόσμο διαφορετικό (και το τι ρόλο θα παίξουν εκεί τα ηλεκτρονικά φρουτάκια).
    Με λίγα λόγια επιστρέφουμε στην αγαπημένη μου κατακλείδα από το ΤΕΟΤWAYKI ότι πριν απαντήσουμε για το τι ζωή θέλουμε, είναι λίγο δύσκολο να δώσουμε “επαναστατικό” περιεχόμενο σ’ ένα αγαθό όπως τα ηλεκτρονικά φρουτάκια ή τα arduino ή τα 3d printer κλπ.

     

    Τα φρουτάκια στο zombie apocalypse

    Όσες έχετε διαβάσει την πραγματεία μου πάνω στις διατροφικές συνήθειες των ζόμπι, θα θυμάστε τόσο την αγάπη μου γι’ αυτούς τους μοντέρνους μύθους, όσο και για το τι προσπαθούν να πουν κάθε φορά για τις σημερινές μας κοινωνίες. Το ίδιο λίγο πολύ ισχύει και για τα ηλεκτρονικά φρουτάκια. Από τη στιγμή που το πλαίσιο των κοινωνικών φαντασιώσεων είναι αυτό που ζούμε, είναι πολύ λογικό να σκεφτόμαστε τα φρουτάκια ως παιχνιδομηχανές, smartTV και network routers.

    Ακόμα κι αν θέλαμε να σκεφτούμε νέες χρήσεις για τα φρουτάκια, δεν μπορούμε να το κάνουμε γιατί δεν έχουμε καν σκιαγραφήσει το νέο κόσμο που θα ζήσουμε. Υπό αυτή την έννοια οι διάφοροι τρελοί survivalists δεν κάνουν τίποτα παραπάνω από το να φαντάζονται έναν νέο κόσμο (και νέες χρήσεις στα υλικά τριγύρω τους). Φυσικά το να ισχυριστούμε ότι αυτοί έχουν φανταστεί το πως θα είναι αυτός ο νέος κόσμος, είναι υπερβολικό. Οι survivalists εκφράζουν περισσότερο τις νευρώσεις του παλιού κόσμο, παρά οραματίζονται έναν καινούργιο.

    Όμως ξέρετε κάτι ακόμα? Ο νέος κόσμος θα φτιαχτεί όπως πάντα από τα υλικά του παλιού κι αν μας έμαθε κάτι ο  P.K.Dick αυτό δεν είναι πως είναι προφήτης. Ο Dick φαντασιώθηκε έναν κόσμο που σήμερα υλοποιείται σε διάφορες εκφάνσεις του. Κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει ακριβώς, πόσες από τις φαντασιώσεις του dick έγιναν πραγματικότητα ακριβώς επειδή ο dick τις έγραψε σ’ ένα χαρτί και από τότε στοίχειωσαν τους ανθρώπους εκείνους που άρχισαν να χτίζουν αυτόν τον νέο κόσμο.

    Για μια ακόμα φορά λοιπόν φτάνουμε στα αξεδιάλυτα όρια όπου ο ιδεαλισμός δημιουργεί υλικές πραγματικότητες που χωρίς αυτόν κανείς δεν ξέρει τη μορφή θα είχαν.

    Με λίγα λόγια μπορεί οι survivalists να εκφράζουν τις νευρώσεις του παλιού κόσμου, αλλά κανείς δεν ξέρει κατά πόσο οι φαντασιώσεις τους θα επηρεάσουν τον καινούργιο.

     

    Και γιατί ασχολούμαι με δαύτους? Διότι είναι από τους λίγους εκείνους που ασχολούνται με την μορφή που θα έχει ένας νέος κόσμος, όταν οι περισσότεροι άλλοι απλά προσπαθούν να κυριαρχήσουν στον παλιό.