• Ο μπακαλόγατος

    Date: 2006.10.10 | Category: OIKONOMIA | Tags: ,,,,

    Οι ΗΠΑ ήταν ένα μαγαζί που ποτέ δεν γούσταρε τους συνδικαλισμένους εργάτες. Η δαρβινική κουλτούρα της επιβίωσης του ικανοτέρου ανέπτυσσε περισσότερο τον ατομισμό από τον συνδικαλισμό. Βοηθούσαν βέβαια και οι πάνοπλες συμμορίες που τάιζαν τα αφεντικά. Οι πασίγνωστοι ντέντεκτιβ πίνκερτον άλλωστε ως μπράβοι των μεγάλων τράστ ξεκίνησαν.  Μολαταύτα, κι από ένα παράδοξο της ιστορίας, όλοι έχουμε ακούσει για την πρωτομαγιά του Σικάγο (3-4Μαίου 1886), τις φασαρίες και τους πρώτους νεκρούς του 8ωρου. Από τότε μέχρι σήμερα το 8ωρο καθιερώθηκε ως ένας αποδεκτός χρόνος εργασίας ανά τον κόσμο.

    Σήμερα λοιπόν ακούμε αριστερά-δεξιά διάφορες φωνές που ζητούν την επίσημη κατάργηση του 8ωρου. Πέρα από τη συναισθηματική αντίδραση που μπορεί αυτή η δήλωση να προκαλέσει, θα ήθελα να εξετάσουμε το ζήτημα με ψυχρά οικονομικά κριτήρια. Διότι στις εφημερίδες θα βγουν οι γνωστοί άγνωστοι και θα κλαίνε για τα κεκτημένα των εργαζομένων, για τις χαμένες πατρίδες και τους παραδείσους των εργατών και στο δρόμο όλα αυτά θα ξεχαστούν. Διότι οι μισοί μου γνωστοί ήδη δουλεύουν παραπάνω από 8ώρες και οι παράδεισοι των εργατών υπάρχουν μόνο σε αφίσες της ρώσικης πρωτοπορίας. Ας εξετάσουμε λοιπόν τι μας προτείνει ο κ. Αλογοσκούφης, διότι αρχίζω να φοβάμαι (μετά και τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων) πως ή οι οικονομικές του γνώσεις είναι περιορισμένες, ή τα οικονομικά του συμφέροντα δεν βρίσκονται κοντά σε αυτό που θα ονομάζαμε κοινωνικό σύνολο.

    Έχουμε μια κοινωνία με πολύ υψηλά επίσημα ποσοστά ανεργίας και ακόμα υψηλότερα ποσοστά μη-καταγεγραμμένης ανεργίας. Αυτό έχουμε μάθει να το δεχόμαστε ως ένα λίγο-πολύ αναγκαίο κακό, όταν στην πραγματικότητα αυτό είναι ΤΟ ΚΑΚΟ. Το απόλυτο, μαύρο, άρχαλο, sid vicious, darth vader, bin landen, george bush, δρακουμέλ κακό. Και εξηγούμαι. Έχουμε 100 ανθρώπους που ο καθένας παράγει από 100 μπλουζάκια το οκτάωρο. Η λιλιπούτια οικονομία μας λοιπόν παράγει 10.000 μπλουζάκια κάθε μέρα σε πλήρη απασχόληση. Με μια ανεργία 10% η οικονομία μας θα παράγει μόλις 9.000 μπλουζάκια τη μέρα, δηλαδή 90 μπλουζάκια ανά κάτοικο. Ήδη λοιπόν χάνουμε 1.000 μπλουζάκια από τους άνεργους που δε δουλεύουν. Πείτε τώρα ότι κάποιος μας λέει πως η οικονομία μας δεν είναι ανταγωνιστική διότι στον κάθε πολίτη της λιλιπούπολης αναλογούν 90 μπλουζάκια τη μέρα όταν θα μπορούσαν να αναλογούν 100. Πρέπει λοιπόν με κάποιον τρόπο να αυξήσουμε την παραγωγικότητά μας. Μπορούμε ή να βρούμε δουλειά σε κάποιους από αυτούς τους 10 πολίτες που δεν δουλεύουν ή να αυξήσουμε τις ώρες εργασίας αυτών που ήδη δουλεύουν. Η κυβέρνηση λοιπόν αποφασίζει το 8ωρο να γίνει 10ωρο. Δυστυχώς και σε αντίθεση με τους υπολογιστές, η παραγωγικότητα των ανθρώπων πέφτει καθώς η ώρα περνά και κουράζονται. Έτσι οι επιπλέον 2 ώρες εργασίας θα μας προσφέρουν 6 παραπάνω μπλουζάκια ανά εργαζόμενο που δουλεύει. Άρα 106 μπλουζάκια ανά εργαζόμενο ή 95,4 μπλουζάκια ανά πολίτη,  σε ένα σύνολο 9.540 μπλουζακίων ανά μέρα. Όπως κι εάν έχουν τα πράγματα ακόμα κι εάν στύψουμε τους ήδη εργαζόμενους, πολύ δύσκολα θα πλησιάσουμε στα 10.000 μπλουζάκια που θα ήταν η θεωρητική δυνατότητα της οικονομίας. Με λίγα λόγια για το σύνολο της κοινωνίας, συμφέρει περισσότερο να βρίσκεις δουλειά στους ανέργους από το να πιέζεις τους ήδη εργαζόμενους. Άρα ποιον συμφέρει αυτή η κατάσταση των 10ωρών εργασίας? Μα φυσικά αυτόν που παράγει και πουλάει τα μπλουζάκια. Γιατί? Διότι με τους ίδιους μισθούς παράγει επιπλέον 6 μπλουζάκια ανά εργαζόμενο και εάν κάποιος από τους εργαζόμενούς του γκρινιάξει για τις συνθήκες εργασίας, θα μπορεί να τον απολύσει προσλαμβάνοντας έναν από τους 10 που δεν εργάζονται.

    Ελπίζω να μη σας κούρασα πολύ με τους αριθμούς, διότι τώρα θα αποδείξουμε στην πράξη πως αυτή η απόφαση κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα από όσο φαίνονται στη θεωρία. Διότι όλα τα παραπάνω μιλάνε για μια χώρα που παράγει μπλουζάκια. Κι η ελλάδα είναι μια χώρα που δεν παράγει τίποτα. Δεν είναι λαϊκισμός, δεν είναι υπερβολή, είναι η απλή καθημερινή αλήθεια. Η ελλάδα είναι μια χώρα καταναλωτών. Πέρα από τον τουρισμό, δεν έχει άλλο εξαγώγιμο προϊόν. Άρα για ποια ανταγωνιστικότητα μιλάμε? Και εννοώ απέναντι σε ποιούς? Στους βούλγαρους, στους τούρκους και τους κινέζους? Με τι θα ανταγωνιστούμε τα χαμηλά τους ημερομίσθια? Οι διαφορές είναι τόσο μεγάλες, που καμία ρύθμιση της εργασίας, των μισθών και των συντάξεων δεν πρόκειται να μας εξισώσει ανταγωνιστικά με αυτούς. Όταν μιλάμε για μισθούς 200 ευρώ το μήνα χωρίς να πιάσω το ακραίο παράδειγμα της Κίνας, ο έλληνας των 600 ή 800 ευρώ το μήνα θα πρέπει να δουλεύει 30 και 40 ώρες το 24ωρο για να φθάσει την παραγωγικότητα ενός Τούρκου, ή ενός Βούλγαρου.

    Άρα λοιπόν η όλη φασαρία γίνεται για να αυξηθούν τα περιθώρια κέρδους των ελληνικών επιχειρήσεων, είτε χρησιμοποιώντας λιγότερους εργαζόμενους για να παράγουν τα ίδια προϊόντα, είτε παράγοντας περισσότερα προϊόντα με τους ίδιους εργαζόμενους. Αλλά οι ελληνικές επιχειρήσεις στην συντριπτική τους πλειοψηφία  προσβλέπουν μόνο στην εσωτερική κατανάλωση. Κι εδώ βρίσκεται το κωμικοτραγικό σημείο της όλης υπόθεσης. Πως θα αυξήσεις την κατανάλωση όταν ή απολύεις εργαζόμενους ή δεν προσλαμβάνεις καινούργιους? Από που θα βρουν τα χρήματα οι καταναλωτές για να αγοράσουν τα περισσότερα αγαθά που θα παραχθούν?

    Ποιος τόλμησε να πει πως είμαστε απαισιόδοξοι?

    Η αναλυτική δεινότητα (ή μάλλον η έλλειψη της) των οικονομικών ελίτ ήταν ανέκαθεν ένα από τα πιο αδύναμα σημεία του καπιταλισμού. Για να το θέσω λιγότερο ευγενικά, η κοντόφθαλμη απληστία υπερίσχυε πάντοτε της λογικής σκέψης. Γι’ αυτό και οι κρίσεις των εμπορικών κύκλων ήταν πάντοτε βαθιές, όμοιες και επαναλαμβανόμενες. Διότι οι άνθρωποι επιλέγουν πάντα να κάνουν τα ίδια λάθη. Βαδίζουμε κατά πάσα πιθανότητα σε μια μεγάλη και μακρόχρονη κρίση αποθεμάτων, όπως και την περίοδο 1929-1939 ή την περίοδο 1989-2005 στην Ιαπωνία. Η οικονομία μπορεί να παράγει 9.540 κωλομπλουζα, αλλά δεν υπάρχουν αρκετοί καταναλωτές ικανοί να τα αγοράσουν, γιατί κάποιος είχε την έξυπνη ιδέα πως θα βγάζει περισσότερα χρήματα εάν απολύσει μερικούς και βάλει τους υπόλοιπους να δουλεύουν περισσότερο με τα ίδια χρήματα. Έτσι το απόθεμα μένει απούλητο και ο επιχειρηματίας μπορεί να βάλει τα κωλομπλουζά…. στο σεντούκι. Επειδή όμως έχει δάνεια στην τράπεζα που τρέχουν δεν μπορεί να τα ξεπληρώσει με μπλουζάκια κι έτσι το μαγαζί του κλείνει. Οι εργαζόμενοι μένουν στο δρόμο, άρα αγοράζουν ακόμη λιγότερα μπλουζάκια και από εκεί το ντόμινο είναι προβλέψιμο. Μπορείτε να ρωτήσετε τη FORD και την General Motors εάν δεν με πιστεύετε. Όταν μάλιστα όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον που τα επιτόκια ανεβαίνουν, οι κακές ιδέες και τα απούλητα μπλουζάκια κοστίζουν ακόμα περισσότερο.

    ΥΓ Ξέχασα να συμπληρώσω εκείνο το απίθανο επιχείρημα καραμέλα πως τα κέρδη των επιχειρήσεων γίνονται επενδύσεις και ουσιαστικά αυξάνουν την απασχόληση και το ΑΕΠ. Για να ξεμπερδεύουμε με αυτό το αστείο να σημειώσουμε πως α) κανείς δεν μας υπόσχεται πως τα κέρδη θα πάνε σε επενδύσεις και δεν θα γίνουν βιλίτσες στη μύκονο, κότερα στον άλιμο και γαρύφαλλα στα σκυλάδικα. β) Αντιθέτως είμαστε σχεδόν σίγουροι πως τα επιπλέον κέρδη θα μοιραστούν στους μετόχους, όπως γίνεται σταθερά τα τελευταία 4 χρόνια, τόσο στην ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. γ) όποιος αθεράπευτος ή μέλος του ΣΕΒ, πιστεύει ακόμα στην επιχειρηματικότητα των ελλήνων να υπενθυμίσουμε πως την περίοδο 1999-2000 οι ελληνικές επιχειρήσεις άντλησαν μέσω του χρηματιστηρίου περίπου 24.000.000.000 (24δις για όσους βαριούνται να μετράνε μηδενικά) ευρώ ή 8.178.000.000.000 (8,1τρισεκατομμύρια δηλαδή) δραχμές. Κι ενώ θα περίμενες σύμφωνα με τα σαΐνια του ΣΕΒ και του υπουργείου οικονομικών να δούμε ανάπτυξη, αστρονομικές επενδύσεις, κέρδη, έκρηξη απασχόλησης και νέων θέσεων εργασίας, τα κέρδη των ίδιων επιχειρήσεων έπεσαν 9% το 2000 και άλλα 11% το 2001. Όσο για τις επενδύσεις, τα τελευταία 20 χρόνια ο μεγαλύτερος επενδυτής ήταν πάντα το κράτος και η ιδιωτική επένδυση -εάν αφαιρέσουμε την οικοδομική δραστηριότητα (δηλαδή τη μάνα σας που χτίζει την προίκα σας)- ήταν πάντα ανύπαρκτη.

    ΥΓ2 Εάν αναρωτιέστε γιατί κανείς δεν μιλάει για όλα αυτά τα τόσο προφανή, θα μας βρείτε εδώ στην AthensVoice να απορούμε όλοι μαζί.